- φιλοῖ
- φιλέωlovepres opt act 3rd sg (attic epic doric)φιλόωpres ind mp 2nd sgφιλόωpres opt act 3rd sgφιλόωpres ind act 3rd sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
φίλοι αριθμοί — Δύο φυσικοί αριθμοί ονομάζονται φίλοι όταν ο καθένας τους ισούται με το άθροισμα των διαιρετών του άλλου (μεταξύ των διαιρετών συγκαταλέγεται ο 1, εξαιρείται όμως ο ίδιος ο αριθμός). Έτσι, είναι φίλοι οι αριθμοί 220 και 284 (οι διαιρέτες του… … Dictionary of Greek
φίλοι — φίλος beloved masc nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ὦ φιλοι, οὐδεὶς φίλος. — ὦ φιλοι, οὐδεὶς φίλος. См. Друзей много, да друга нет … Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)
Ὦ φίλοι, οὐδεὶς φίλος. — ὦ φίλοι, οὐδεὶς φίλος. См. Знакомых тма, а друга нет … Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)
Εἰ μὲν γὰρ πλουτεῖς, πολλοὶ φίλοι. — εἰ μὲν γὰρ πλουτεῖς, πολλοὶ φίλοι. См. Деньги найдут друга … Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)
Οὐ τὰ χρήματα φίλοι, ἀλλ’ δὲ φίλοι χρήματα εἰσίν. — См. Друг денег дороже … Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)
Ἐν τοῖς κακοῖς γὰρ ἀγαθοὶ σαφέστατοι Φίλοι. — См. Друг познается в несчастии … Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)
Ἵρηκες ἴρηξι φίλοι. — См. Свой своего ищет … Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)
φίλος — ίλεος, τὸ, Α φιλία. [ΕΤΥΜΟΛ. Αμφβλ. τ. που μπορεί να θεωρηθεί ως μεταπλασμένος τής λ. φιλία, κατά τα σιγμόληκτα ουδ. μῖσος, νεῖκος]. η, ο / φίλος, η, ον, ΝΜΑ, θηλ. και φίλαινα Ν, θηλ. και ος Α 1. αγαπητός, προσφιλής (α. «φίλο έθνος» β. «μηκέτι,… … Dictionary of Greek
Modern Greek grammar — Main article: Modern Greek The grammar of Standard Modern Greek, as spoken in present day Greece and Cyprus, is basically that of Demotic Greek, but it has also assimilated certain elements of Katharevousa, the archaic, learned variety of Greek… … Wikipedia